Τρίτη 30 Ιουνίου 2015

Περί ΝΑΙ και ΟΧΙ

Καθόμουνα, που λέτε, χτες στο βράδυ στο δροσερό μπαλκόνι παλιού φίλου, από τα χρόνια της παιδικής αθωότητας, και τα λέγαμε. Ήτανε μαζί μας και τρίτος της παρέας, ανοίξαμε και κάτι φτηνές μπύρες και πιάσαμε, μοιραία, την κουβέντα για το δημοψήφισμα. Πλάκα έχει η ζωή, ζωγραφίζει κάτι εικόνες ανάγλυφες των ανθρώπων, μούρλια. Ατάκα ο ένας φίλος, ότι έχει όλα τα λεφτά του σε τράπεζες του εξωτερικού και δολάρια και ότι στην Ελλάδα έχει μόνο χρέη. Και δεν πληρώνει και εφορία, γιατί δεν είναι κορόιδο. Αλλά θα ψηφίσει ΝΑΙ, γιατί τον πονάει αυτόν το τόπο και θέλει το καλό του (του τόπου εννοούσε). Ο άλλος θύμωσε, άστραψε το μάτι του, κι αυτός έχει χρέη αλλά όχι καταθέσεις, έλεγε, ότι με το ΝΑΙ έβλεπε τη ζωή του να ακολουθεί το βέβαιο μονοπάτι της συνεχούς επιδείνωσης και τα παιδιά του σκλαβάκια, ότι δημιουργία γίνεται με τη ρήξη. Και ότι πληρώνει την εφορία μέχρι την τελευταία δεκάρα. Παρακολουθούσα τα φιλαράκια μου που τόσο διαφορετικά μιλούσαν, σκεφτόμουν πόσο πολλά χρόνια πέρασαν από τότε που γρατζουνούσαμε κιθάρες έξω από σκηνές σε παραλίες. Αλλά δεν εντυπωσιάστηκα από τη διαφορά στη στάση και τις απόψεις. Ο ένας τα βρήκε όλα πιο εύκολα, ευκατάστατη οικογένεια, γνωριμίες, χωρίς αγωνίες για το μέλλον, πάντα χαλαρός, με βέβαιη την υποστήριξη οικογενειακών γνωριμιών στα πρώτα (και στα δεύτερα) βήματά του. Του άλλου το χαρτζιλίκι ήταν πάντα μετρημένο, δούλευε κάθε μέρα από τότε που τον γνώρισα σε δουλειές πρώτα του ποδαριού, μετά με πείσμα φτιάχτηκε μόνος, αψύς, δουλευταράς και επίμονος, δε χρωστούσε χάρη σε κανένα. Τους έβλεπα μπροστά μου, στα λίγα τετραγωνικά του μπαλκονιού, σα στερεότυπο από ελληνική ταινία του '50, και είδα στα μάτια του δεύτερου το θυμό που ο φίλος του σκεφτόταν μόνο τη βολή του, αλλά στο πρόσωπο του πρώτου τη ζήλια, γιατί έβλεπε μπροστά του έναν άνθρωπο που δε φοβόταν. Και δε φοβόταν, γιατί όπως τα έφτιαξε μια φορά θα τα έφτιαχνε και δεύτερη. Και γιατί δε χρωστούσε χάρη σε κανένα. Τους αγαπώ και τους δυο. Αλλά ο δεύτερος, πώς να το κάνουμε, είναι παλικάρι.

Κυριακή 14 Ιουνίου 2015

“Το δικό μου το παιδί έχει πάντα δίκιο”

Φίλος νοικιάζει μικρό διαμέρισμα στο κέντρο φοιτητούπολης. Το δίνει σε εξευτελιστική τιμή, σε δυο αδελφούλες, φοιτήτριες. Ο άνθρωπος αυτός το κληρονόμησε από τον πατέρα του, δεν θέλει να πλουτίσει, μόνο να βγάζει τα χαράτσια και τις εφορίες. Την περσινή χρονιά του έμενε κι ένα κατοστάρικο το μήνα καθαρό. Αλλά είχαν μια διαρροή οι σωληνώσεις στην κουζίνα και το έπιπλο σάπισε. Αναγκάστηκε να αντικαταστήσει τον πάγκο και τα ντουλάπια καταφεύγοντας σε μια οικονομική και αξιοπρεπή λύση. Μιλάμε για έναν άνθρωπο που έχει την τύχη να έχει οικογενειακό εισόδημα 1400 ευρώ, αλλά και δυο παιδιά στο δημοτικό και ένα στεγαστικό δάνειο. Και από τότε άρχισε η οδύσσεια της κουζίνας. Τα γλυκύτατα κορίτσια και η μαμά τους ήθελαν να διαλέξουν το χρώμα και την ποιότητα των ντουλαπιών, ανεβάζοντας το κόστος σε τιμή δυσθεώρητη για τα οικονομικά του φίλου. Όταν δεν έγιναν τα χατίρια τους, άρχισαν τα τηλέφωνα και οι γκρίνιες για την ποιότητα του πάγκου. Η μητέρα δήλωσε πως άλλα όνειρα είχε για το σπίτι των παιδιών της, ότι επέμενε να τους νοικιάσει ένα καλύτερο (και ακριβότερο), αλλά οι μικρές αυτό είχαν διαλέξει και το ήθελαν, οπότε αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Λίγο αργότερα η μικρότερη τσακώθηκε με τους γέρους γείτονες του διπλανού διαμερίσματος και ο φίλος κλήθηκε να αναλάβει τη διαιτησία με αίτημα και πάλι της μητέρας, γιατί “τα δικά της τα παιδιά” δεν υπάρχει περίπτωση να έχουν κάνει κάποιο λάθος, σίγουρα φταίνε οι γέροι. Και αναρωτιέμαι, ο αδαής και άσχετος, πόσο μπορεί να κακομάθει ένας γονιός τα παιδιά του, αλλά σε βάρος τους και εμποδίζοντάς τα να ενηλικιωθούν, όταν δεν τα αφήνει να ξεμπλέξουν από ιστορίες στις οποίες έχουν μπλέξει τα ίδια, αλλά δεν είναι και τόσο σοβαρές ώστε να κινδυνεύουν, όπως στην εν λόγω περίπτωση με τους γείτονες. Ή, πάλι, απαιτώντας από τον κόσμο όλο να ικανοποιεί τα καπρίτσια των παιδιών του, αδιαφορώντας για το αν η σχέση ή η θέση με τον οποιονδήποτε αιτιολογεί τέτοιες απαιτήσεις, όπως στην περίπτωση της επιλογής των ντουλαπιών σε ένα νοικιασμένο σπίτι, στο οποίο θα μείνουν λίγα χρόνια και τα οποία πληρώνει κάποιος που στερεί από τα δικά του παιδιά, για να είναι αξιοπρεπής με τις υποχρεώσεις του. Η ιστορία αυτή ταιριάζει με διάφορες άλλες που άκουγα σποραδικά σε ολόκληρη τη ζωή μου, αλλά έχουν πολλαπλασιαστεί σε αριθμό και ενταθεί σε αγανάκτηση από την έναρξη της περίφημης κρίσης. Νοιαζόμαστε μόνο για τον εαυτό μας και αυτό εκδηλώνεται στις καθημερινές πράξεις μας. Στα λόγια πλήθος οι προοδευτικοί, οι φιλάνθρωποι, οι αλληλέγγυοι, αλλά στις απλές πράξεις της καθημερινότητας η μάζα των συνανθρώπων έχει υποχρεώσεις απέναντι μας και πρέπει να μας υπηρετεί. Καταντήσαμε ο κακομαθημένος λαός, νεόπλουτος και νεόφτωχος, αποτελούμενος από εγωκεντρικές μονάδες. Θα τρίζουν τα κόκαλα των ποιητών μας.  

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2015

Στα λιοντάρια οι άρρωστοι!

Ένας φίλος καρδιακός, καθηγητής στο επάγγελμα, σε γυμνάσιο αστικού κέντρου, αρρώστησε στη διάρκεια της σχολικής χρονιάς και έλειψε από το σχολείο για λίγες μέρες. Μου έλεγε πως συνηθισμένη ερώτηση που του έκαναν μαθητές και μαθήτριες όταν επέστρεψε ήταν αν πληρώθηκε για τις μέρες που απουσίασε από τη δουλειά. Αυτό που τον είχε πειράξει ήταν το βλέμμα των παιδιών του όταν τον ρωτούσαν: κοιτούσαν με νόημα τους γύρω τους, σαν να είχε κλέψει και τον έπιασαν στα πράσα. Μιας και τόσο μεγάλο ενδιαφέρον είχαν τα παιδιά (και οι γονείς τους, υποθέτω εγώ σε μια έκρηξη καχυποψίας), να πω τη γνώμη μου: κακώς πληρωνόταν ο άνθρωπος, όπως κακώς πληρώνεται και κάθε εργαζόμενος που αρρωσταίνει. Πρέπει να πληρώνεται μόνο για τις μέρες που παρουσιάζεται στη δουλειά. Και αν έχει καρκίνο ή κάποια άλλη χρόνια πάθηση, κακό του κεφαλιού του και του ριζικού του. Να φρόντιζε να έχει κάνει κομπόδεμα να μπορεί να πληρώνει ιδιωτικές κλινικές, τι μας νοιάζει; Αμ και οι άλλες που πάνε και γεννάνε και θέλουν και άδειες όσον καιρό είναι λεχώνες και άδειες εννιάμηνες να ξεπεταχτούν τα παιδιά τους; Να μην πληρώνονται ούτε αυτές, αν θέλουν να κάθονται να βρουν λεφτά να συντηρούν τον εαυτό τους. Άσε που θέλουν και συντάξεις μετά. Να δουλεύουν μέχρι να πεθάνουν. Και οι άνεργοι, που κάθονται και παίρνουν επιδόματα; Άλλοι χαραμοφάηδες αυτοί, τίποτα να μην παίρνουν. Δε συζητώ για αυτούς που παθαίνουν εργατικά ατυχήματα και μένουν σακάτηδες, τι μας νοιάζει; Θα τους πληρώνουμε κι από πάνω; Και τα άτομα με ειδικές ανάγκες, τι προσφέρουν; Τίποτα. Στον Καιάδα. Δεν είμαστε Ισπανία εμείς, να έχουμε δασκάλους με σύνδρομο Down. Εμείς θα πάμε στην εκκλησία την Κυριακή, θα κάνουμε το σταυρό μας να τους λυπηθεί ο θεός όλους αυτούς τους άχρηστους χαραμοφάηδες, που ζούνε σε βάρος μας. Σε βάρος των εισφορών που πληρώνουν όλοι οι πολίτες, ακριβώς για να έχουν υποστήριξη στις στιγμές της ανάγκης. Των ίδιων εισφορών που θα μας υποστηρίξουν όταν κι εμείς λυγίσουμε. Που θεσμοθετήθηκαν μετά τη βιομηχανική επανάσταση, αλλά με αγώνες των εργαζομένων, για να μην ζούμε σα σκλάβοι, σαν εργαλεία χρήσιμα μόνο μέχρι να στομώσουν, που μετά τα πετάμε. Αλλά αυτά είναι θεωρίες. Ας ζητάμε να ρίξουν στα λιοντάρια το διπλανό, δεν πειράζει, άλλωστε εμείς είμαστε αλώβητοι, υπεράνω, δεν θα πάθουμε τίποτα και ποτέ, μπορούμε να ζήσουμε και στο Μεσαίωνα και να επιβιώσουμε, πριν τα εργασιακά δικαιώματα, πριν το σεβασμό στον άνθρωπο. Για αλληλεγγύη θα μιλάμε τώρα;

Τρίτη 9 Ιουνίου 2015

Οι ήσυχοι άνθρωποι

Δεν θα φωνάξουν, δεν θα αντιπαρατεθούν. Δεν θα πουν δυνατά τη γνώμη τους. Θα τους ακούσουν όλους να μιλάνε και δε θα διακόψουν κανέναν. Θα δώσουν σε όλους χρόνο να μιλήσουν, ακόμα και αν στο τέλος δε μείνει καθόλου χρόνος να πουν τι σκέφτονται οι ίδιοι. Δεν θα θυμώσουν, δεν θα πουν πικραμένες κουβέντες, αλλά ούτε και παθιασμένες, ούτε καν στο αποκορύφωμα του έρωτα. Είναι ήσυχοι άνθρωποι. Όλοι τους αγαπάνε. Δεν ενοχλούν κανένα, δε διεκδικούν τίποτα, αποφεύγουν τις αντιπαραθέσεις, βρίσκουν έναν ηγέτη και τον ακολουθούν, η μνήμη τους είναι ασθενής, ξεχνούν να ολοκληρώσουν υποχρεώσεις, αντιλαμβάνονται τα πράγματα με έναν τρόπο κάπως βολικό για αυτούς, όχι απαραίτητα συνεπή προς τις πραγματικές συνθήκες. Είναι αγαπητοί σε όλους. Δε θα βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά, δεν θα ολοκληρώσουν τίποτα γρήγορα και αποτελεσματικά. Μπορεί να σε εκθέσουν, αλλά δεν θα το κάνουν από κανεντρέχεια ή φυγοπονία, γιατί είναι ήσυχοι, είναι καλά παιδιά, δεν έχουν κακές σκέψεις και εμπάθειες. Κι αν πρέπει να προστατέψουν τον εαυτό τους, θα το κάνουν ήρεμα, δεν θα απαντούν στις εγκλήσεις, στις φωνές, δεν θα θυμούνται τι τους είπαν, θα αμφισβητούν την εγκυρότητα της μνήμης των άλλων. Αλλά πάντα με ευγένεια, με καλούς τρόπους, γιατί είναι καλά παιδιά, παιδιά πάντα, ποτέ δε θα μεγαλώσουν να αναλάβουν τις ευθύνες που μοιράζονται οι άλλοι γύρω τους, ποτέ δεν θα γίνουν ήρωες, ούτε καν της δικής τους ζωής. Όλοι τους αγαπάνε, φυσικό, άλλωστε, δεν αντιπαρατίθενται ποτέ. Δεν θα βρεθούν στη δίνη κανενός κυκλώνα, στη μάχη θα κάνουν λίγο πίσω, τόσο, όσο να μη φάνε καμία αδέσποτη. Έχουν καθίσει στη βάρκα που κάποιος άλλος κάνει κουπί και δεν μπορούν να βοηθήσουν, έχουν λιγοστές δυνατότητες, έτσι δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να κάθονται και να απολαμβάνουν το ταξίδι. Οι άνοστοι λαθρεπιβάτες της ζωής. Ευχάριστοι, άχρωμοι, σιωπηλοί άνθρωποι.

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2015

Γυναίκες και εξουσία

Η Ελλάδα είναι ευρωπαϊκή χώρα και άλλα ανέκδοτα με Τοτούς, Αννούλες και λοιπά παιδάκια. Όταν έρχεται η ώρα να εκλέξουμε αντιπροσώπους, διευθυντές ή γενικότερα μπροστάρηδες, πόσες φορές δεν επιλέγουμε τον άντρα σε βάρος της γυναίκας, ανεξάρτητα από το αν έχει τα προσόντα ή τις ικανότητες, μόνο και μόνο γιατί είναι άντρας; Βέβαια, είμαστε όλοι Ευρωπαίοι, αλλά μια γυναίκα αρχηγός κόμματος είναι κάτι αδιανόητο στην Ελλάδα, όπως αδιανόητο είναι και γυναίκα διευθυντής σε οποιαδήποτε υπηρεσία ή εταιρεία. Βαρέθηκα να ακούω κουτσομπολιά και κακοήθειες, από άντρες και γυναίκες, για να μην παρεξηγούμαι, σε βάρος όποιας τολμήσει να ξεμυτίσει από το κατώφλι της κουζίνας και να διαβεί το όριο της ανταλλαγής συνταγών και κατινιάς και να διεκδικήσει αξιώματα και θώκους. Ο σεξισμός είναι κάτι δεδομένο ανδρόθεν και γυναικόθεν. Δεν μας νοιάζει αν είναι ικανή, εργατική, άξια, καταρτισμένη, αλλά το μέγεθος των οπισθίων, η σεξουαλική δραστηριότητα και η ημέρα ωορρηξίας. Και καλά οι άντρες, με τέτοιες παρατηρήσεις τύπου ΚΨΜ κρύβουμε το φόβο που μας προκαλούν τα θηλυκά που έχουν θέσει πολύ ψηλά τον πήχη, γιατί φοβόμαστε μη χάσουμε τα κεκτημένα του πασά, αλλά οι γυναίκες, τι στην ευχή νομίζετε ότι κάνετε όταν υποσκάπτετε τις μπροστάρισσές σας; Μήπως βρεθεί καμιά γυναίκα μπροστά και δεν έχετε άντρα να υπηρετείτε; Πόσο θλιβεροί γινόμαστε με την εμμονή σε παρωχημένες αντιλήψεις. Οι δυτικοευρωπαίοι μας θέλουν σκλάβους, αλλά κι εμείς, με τη σειρά μας, πασχίζουμε να διατηρήσουμε ό,τι πιο συντηρητικό και σάπιο κληρονομήσαμε. Ας τις δοκιμάσουμε, όχι όλες, αλλά τις ικανές, στις θέσεις ευθύνης. Ας σταματήσουμε να θυμίζουμε τούρκικες σαπουνόπερες, με τις γυναίκες υποτακτικές και τους άντρες να βρωμάνε βαρβατίλα, και να καμωνόμαστε τους προοδευτικούς και τους Ευρωπαίους. Καιρός να κρίνουμε τους ανθρώπους με βάση τις ικανότητες και όχι τις ανατομικές διαφορές.

Κυριακή 7 Ιουνίου 2015

Το δικό μου το κορίτσι δε θα γεράσει ποτέ

Τη βλέπω να μεγαλώνει κάθε μέρα. Δε γερνάει, αλλά ο χρόνος γράφει πάνω της, γράφει στο δέρμα της, γράφει στα μεριά της, γράφει στα μαλλιά της, που έχουν αρχίσει να ασημίζουν κάτω από το κόκκινο της χένας που της αρέσει. Αλλά δε γερνάει. Αυτή η ομορφιά είναι ξεδιάντροπη – και το λέω με θαυμασμό. Μικρή ντρεπότανε που ήταν όμορφη, που την περιστοίχιζαν οι μνηστήρες και τη διεκδικούσαν λέγοντας και κάνοντας σαχλαμάρες, που κοιτούσαν διερευνητικά και επίμονα το σωματάκι της. Ήταν ένα δροσερό, ντροπαλό, λαχταριστό κοριτσάκι, θωρακισμένο με τις ανασφάλειές του και τις συστολές της κοινωνίας να το προστατεύουν από τους άγαρμπους γαμπρούς. Αλλά διάλεξε εμένα. Και τη βλέπω τόσα χρόνια να μεγαλώνει δίπλα μου, δεν ντρέπεται πια, τι παράξενο, όταν έλαμπε από την ομορφιά των νιάτων ντρεπόταν, ήταν ευάλωτη, αλλά τώρα που ο χρόνος αφήνει τα σημάδια του σα να τα χαίρεται. Το κορίτσι μου δε ντρέπεται πια, απολαμβάνει που ωριμάζει, που γίνεται κάθε μέρα περισσότερο γυναίκα από την προηγούμενη. Ακόμα την καλοκοιτάνε, ακόμα είναι όμορφη, καμιά φορά ζηλεύω, αλλά καταλαβαίνω ότι βλέπουν το ίδιο πράγμα που βλέπω κι εγώ: μια δροσερή, κεφάτη ψυχή που δε φοβάται να τσαλακωθεί, που αστειεύεται με τον εαυτό της (και τόσο σκληρά, ώρες-ώρες...), τις γκάφες, τις επιτυχίες της, τα ελαττώματα και τις χάρες της, που χαίρεται τη ζωή. Κάθε μέρα γίνεται πιο όμορφη. Και όταν θα γίνει εκατό χρονών θα έχει όλες τις γραμμές και τις ρυτίδες χαραγμένες να γράφουν την ιστορία της ζωής της στο κορμί της. Δεν θα έχει σβήσει τίποτα το δικό μου το κορίτσι με νυστέρια και τεντώματα και επεμβάσεις. Θα είναι μοναδική και πανέμορφη γιατί περνάει καλά την κάθε της στιγμή, στην ηλικία που βρίσκεται. Κι εγώ, 100 και κάτι, θα περπατάω καμαρωτός δίπλα της, γιατί θα είναι το πιο όμορφο κορίτσι και θα έχει διαλέξει εμένα.